Μια δυσοίωνη εκτίμηση κάνει μια νέα διεθνής επιστημονική μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Nature», η οποία «κρούει τον κώδωνα» του κινδύνου για την κλιματική αλλαγή του πλανήτη.
Συγκεκριμένα τονίζεται πως αν η ανάληψη αποφασιστικής πολιτικής δράσης για την κλιματική αλλαγή από τις κυβερνήσεις του πλανήτη καθυστερήσει για 20 χρόνια, τότε θα χαθεί ανεπιστρεπτί η δυνατότητα να επιτευχθεί ο στόχος για συγκράτηση της ανόδου της θερμοκρασίας έως δύο βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, όσα χρήματα κι αν δαπανήσει στη συνέχεια η διεθνής κοινότητα.
Μάλιστα προειδοποιεί ότι το «παράθυρο ευκαιρίας» κλείνει γρήγορα για την ανθρωπότητα και μετά θα είναι πολύ αργά, καθώς η Γη θα βρεθεί στα πρόθυρα μιας περιβαλλοντικής καταστροφής.
Οι ερευνητές του Ινστιτούτου Ατμοσφαιρικής και Κλιματικής Επιστήμης του Ομοσπονδιακού Ινστιτούτου Τεχνολογίας (ΕΤΗ) της Ζυρίχης, επισημαίνουν ότι από εδώ και πέρα κάθε καθυστέρηση στη μείωση των εκπομπών «αερίων του θερμοκηπίου» αυξάνει σημαντικά το κόστος αντιμετώπισης του προβλήματος και, το κυριότερο, μειώνει δραματικά τις πιθανότητες επιτυχίας των όποιων μελλοντικών δράσεων. Η μελέτη υπογραμμίζει ότι η ταχεία αντίδραση εκ μέρους των πολιτικών ηγετών αποτελεί τον πιο σημαντικό παράγοντα που μπορεί να περιορίσει την κλιματική αλλαγή σε ελεγχόμενα επίπεδα. Όπως τονίζει, δεν δικαιολογείται πλέον καμία καθυστέρηση με το πρόσχημα ότι χρειάζεται κι άλλη έρευνα για τους μηχανισμούς της κλιματικής αλλαγής λόγω ανόδου της θερμοκρασίας.
Οι τελευταίες διεθνείς συνομιλίες για την κλιματική αλλαγή στη Ντόχα, κατέληξαν με περιορισμένη επιτυχία κι όλοι σχεδόν συμφωνούν ότι στο μέλλον χρειάζονται πιο τολμηρά βήματα. Η νέα έρευνα αναφέρει ότι οι κυβερνήσεις πρέπει πλέον να πάψουν να κρύβουν την αδράνειά τους πίσω από τη δικαιολογία ότι χρειάζεται να βελτιωθεί κι άλλο η επιστημονική έρευνα για την κλιματική αλλαγή.
Όπως είπε ο επικεφαλής της έρευνας, αν και πράγματι υπάρχουν ακόμα διάφορες επιστημονικές αβεβαιότητες για το πώς θα αντιδράσει το κλίμα στο μέλλον ή πώς θα εξελιχθεί η μελλοντική ζήτηση ενέργειας, αυτές ωχριούν μπροστά στη δυνητική καταστροφή που επίκειται λόγω αδράνειας. «Οι αβεβαιότητες για το πώς θα αντιδράσει το κλιματικό σύστημα έχουν στο παρελθόν χρησιμοποιηθεί ως επιχείρημα για την αναβολή της δράσης, ώσπου να μάθουμε περισσότερα. Εμείς όμως δείχνουμε, με τη νέα μελέτη, ότι μια τέτοια στρατηγική καθυστέρησης είναι αδικαιολόγητη και ότι ο πιο σημαντικός παράγων για να περιορίσουμε την άνοδο της θερμοκρασίας κάτω από τους δύο βαθμούς Κελσίου, είναι το πότε θα αρχίσουμε να αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα σε παγκόσμια κλίμακα», όπως είπε.
Πρώτη φορά, οι ερευνητές -μέσα από περίπου 700 εναλλακτικά μελλοντικά σενάρια- υπολόγισαν τις διάφορες αβεβαιότητες και τις αξιολόγησαν κατά σειρά σπουδαιότητας. Έτσι, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τελικά ο πιο σημαντικός παράγων είναι η πολιτική αβεβαιότητα που πηγάζει από την καθυστέρηση εκ μέρους των κυβερνήσεων του πλανήτη.
«Αν καθυστερήσουμε για άλλες δύο δεκαετίες, οι πιθανότητες η άνοδος της θερμοκρασίας να είναι κάτω από δύο βαθμούς, γίνεται πια πολύ μικρή και τα πράγματα θα είναι αδύνατο να βελτιωθούν στη συνέχεια, άσχετα με το πόσα χρήματα θα διαθέσουμε στο μέλλον για να λύσουμε το πρόβλημα», προειδοποίησε ο Ελβετός αναλυτής.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ερευνητών, σε περίπτωση καθυστέρησης 20 ετών, η πιθανότητα η μέση παγκόσμια θερμοκρασία να μην ανέβει πάνω από δύο βαθμούς, περιορίζεται στο 20%. Μόνο αν η ανθρωπότητα συνολικά περιορίσει τις ενεργειακές ανάγκες της και γίνει πιο αποδοτική στην ενεργειακή κατανάλωση, τότε η πιθανότητα αυξάνει στο 50%.