Form-button
Page-img

Άρθρα

«Πυρετός» για τα φωτοβολταϊκά, πιάσαμε το πλαφόν έως το... 2020

Της Μανταλένας Πίου

Μόνον σε μία ημέρα, την περασμένη Τετάρτη 1η Σεπτεμβρίου, οπότε η ΔΕΗ άρχισε να δέχεται τις αιτήσεις των επαγγελματιών αγροτών, τα γραφεία της κατακλύστηκαν από 2.000 αιτήσεις, με τους αγρότες να κάνουν ουρά για να προλάβουν να τις καταθέσουν.

Συνολικά τους δύο τελευταίους μήνες, από τότε που τέθηκε σε ισχύ ο νέος νόμος για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (3851/2010) η ΔΕΗ που είναι αρμόδια για τις συνδέσεις των μικρών φωτοβολταϊκών έχει δεχθεί χιλιάδες αιτήσεις για σταθμούς συνολικής ισχύος 1.400 MW, χωρίς σε αυτά να συμπεριλαμβάνονται τα αιτήματα των επαγγελματιών αγροτών, που κατατέθηκαν από την Τετάρτη και μετά.

Από το σύνολο των 1.400 MW, τα 1.000 ΜW αφορούν σε Φ/Β πάρκα ισχύος από 100 KW ως 500 KW τo καθένα και τα 400 ΜW σε φωτοβολταϊκές μονάδες μέχρι 100 KW η κάθε μία.

«Πυρετός» για τα φωτοβολταϊκά, πιάσαμε το πλαφόν έως το... 2020

Αν σε αυτά προστεθούν τα περίπου 700 «ηλιακά» MW από άδειες παραγωγής που είχαν εκδοθεί πριν από την εφαρμογή του νέου νόμου και δεν έχουν ακόμα υλοποιηθεί, τα 300 MW που εκκρεμούσαν ως αιτήσεις σύνδεσης στη ΔΕΗ πριν από τον νέο νόμο, τα 200 MW από τις αιτήσεις στη ΡΑΕ που βάσει των διατάξεων του νέου νόμου για τα πάρκα με ισχύ ως 1 MW «πέρασαν» στη δικαιοδοσία της ΔΕΗ, καθώς και τα 870 MW των φωτοβολταϊκών σταθμών ισχύος άνω του 1 MW o καθένας που έχουν συμπεριληφθεί στον ειδικό κατάλογο της ΡΑΕ, τότε προκύπτουν επιπλέον 2.070 «ηλιακά» ΜW προ των πυλών σύνδεσης με το σύστημα.

Eγκατάσταση
Η σημασία των αριθμών αυτών αποκαλύπτεται αν σκεφτεί κανείς αφενός ότι σήμερα στη χώρα όλα τα φωτοβολταϊκά που λειτουργούν δεν ξεπερνούν τα 77,76 MW και αφετέρου ότι το βασικό σενάριο του υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών μιλά για συνολική ισχύ της τάξης των 2.250 - 2.500 MW το 2020. Ακόμα και το πιο αισιόδοξο σενάριo, του Συνδέσμου Εταιρειών Φωτοβολταϊκών, δεν επιδιώκει περισσότερα από 6.500 MW το 2020.

Με τους σημερινούς ρυθμούς, όμως, έχουμε ήδη «πιάσει» τα 3.470 MW, δηλαδή έχει ξεπεραστεί το άτυπο πλαφόν του υπουργείου όχι μόνον για φέτος αλλά ές το 2020!

Το κόστος
O βασικός λόγος για τον οποίο το ενεργειακό μείγμα μίας χώρας δεν μπορεί να αντέξει τόσα πολλά φωτοβολταϊκά είναι το πολύ υψηλό τους κόστος. Η παραγωγή ηλιακής ενεέργειας, σε όλες τις χώρες, επιδοτείται για να μπορέσει να εισαχθεί στο σύστημα με τη μορφή των υψηλών εγγυημένων τιμών προς τους παραγωγούς. Αυτή η τιμή, άλλωστε, που φθάνει στα 500 ευρώ τη μεγαβατώρα, όταν στη χονδρική αγορά ηλεκτρισμού η οριακή τιμή του συστήματος (που είναι και η υψηλότερη) κυμαίνεται την περίοδο αυτή κάτω από τα 70 ευρώ τη μεγαβατώρα, είναι και το βασικό κίνητρο που κινητοποιεί τους επίδοξους επενδυτές.

Σε συνδυασμό με τις πολύ απλές διαδικασίες που έφερε ο νέος νόμος για την εγκατάσταση των φωτοβολταϊκών σταθμών (αλλά και των άλλων ΑΠΕ) είναι η βασική αιτία του «πυρετού» για τα φωτοβολταϊκά.

Η υλοποίηση όλων αυτών των φωτοβολταϊκών απαιτεί δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, που θα πρέπει να συγκεντρώνονται από όλους τους πολίτες της χώρας μέσω του τέλους υπέρ ΑΠΕ που πληρώνουν μαζί με το λογαριασμό της ΔΕΗ, προκειμένου να εξοφλούνται οι παραγωγοί. Αξίζει να σημειωθεί ότι φέτος το τέλος υπέρ ΑΠΕ από 0,30 ευρώ/Mwh αυξήθηκε στα 4,5 ευρώ/MWH, πάνω από 1.500 % αύξηση, προκειμένου να καλυφθεί το έλλειμμα που είχε αρχίσει να παρουσιάζει ο ΔΕΣΜΗΕ το 2009 για την αποπληρωμή περίπου 1.000 MW σε αιολικά (που έχουν πολύ χαμηλότερη εγγυημένη τιμή γύρω στα 90 ευρώ/Mwh) και γύρω στα 45 MW φωτοβολταϊκών!

Δίκτυα
Εκτός από το πολύ υψηλό κόστος των εγγυημένων τιμών, υπάρχουν και άλλα προβλήματα, εξίσου σημαντικά, όπως τα έργα αναβάθμισης που απαιτούνται στα δίκτυα μεταφοράς ρεύματος για να μπορέσουν να «σηκώσουν» την πρόσθετη ισχύ, η οποία, μάλιστα, θα προέρχεται από διαφορετικά σημεία, αλλά και το σοβαρό πρόβλημα που δημιουργείται με τις συμβατικές μονάδες παραγωγής ηλεκτρισμού, οι οποίες θα πρέπει να αυξομειώνουν την παραγωγή τους ανάλογα με τον βαθμό διείσδυσης της ηλιακής (ή άλλης ανανεώσιμης) ενέργειας στο σύστημα.

Στα «κατά» συγκαταλέγεται ακόμα η μεγάλη έκταση που χρειάζεται να αναπτυχθούν τα φωτοβολταϊκά πάνελ για την παραγωγή μίας ηλεκτρικής μεγαβατώρας και η αποψίλωσή τους όταν λήξει ο χρόνος ζωής τους, που κυμαίνεται ανάμεσα στα 20-30 χρόνια, ανάλογα με τις προδιαγραφές κατασκευής.

Παραγωγή
Βέβαια έχουν και πολλά υπέρ, όπως τη μη έκλυση διοξειδίου του άνθρακα κατά την παραγωγή ηλεκτρισμού, την παραγωγή ρεύματος το καλοκαίρι που είναι η περίοδος αιχμής της ζήτησης ηλεκτρισμού στην Ελλάδα, οπότε και οι τιμές τους γίνονται πιο ανταγωνιστικές, αφού μπορούν να συγκριθούν με τις υψηλότερες τιμές της αιχμιακής αγοράς, την αποκέντρωση της παραγωγής ηλεκτρισμού και τον περιορισμό της εξάρτησης από τα εισαγόμενα καύσιμα.

Από το 2013 και μετά αποκτούν ένα ακόμα πλεονέκτημα, αφού δεν θα επιβαρυνθούν με την αγορά δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων, όπως θα συμβεί σε όλες τις μονάδες που παράγουν με συμβατικά καύσιμα.

Ο Σύνδεσμος Εταιρειών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ) εκτιμά ότι για πολλές εφαρμογές φωτοβολταϊκών μέσα στην επόμενη πενταετία το κόστος παραγωγής της ηλιακής κιλοβατώρας μπορεί να εξισωθεί με την τιμή αγοράς της ηλεκτρικής ενέργειας από το δίκτυο, δεδομένου ότι τα χρήματα που σήμερα αποκαλούνται «τέλος ΑΠΕ» θα κληθούμε να τα πληρώσουμε ούτως ή άλλως για τη ρύπανση από τα ορυκτά καύσιμα.

Επιπρόσθετα οι προβλέψεις για τις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου είναι ανοδικές για τα επόμενα χρόνια, πράγμα που θα οδηγήσει προς τα πάνω τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική αγορά, ενώ το κόστος των φωτοβολταϊκών πάνελ ακολουθεί πτωτική πορεία, πράγμα που σημαίνει ότι στο μέλλον δεν θα χρειάζονται τόσο υψηλές εγγυημένες τιμές. Σήμερα το κόστος ενός φωτοβολταϊκού MW κυμαίνεται στα 3 εκατ. - 4 εκατ. ευρώ.

Στόχοι
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ΣΕΦ υποστηρίζει τον στόχο που έχει θέσει η ευρωπαϊκή βιομηχανία φωτοβολταϊκών να καλύπτουν οι ηλιακές εφαρμογές το 12% της καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας ως το έτος 2020. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο αυτό μεταφράζεται σε περίπου 390.000 Mwp εγκατεστημένης ισχύος.

Ο νέος νόμος για τις ΑΠΕ θέτει ως στόχο, στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής, η συμβολή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων υδροηλεκτρικών μονάδων) να φθάσει το 40% της ενεργειακής κατανάλωσης το 2020. Το 12% για φωτοβολταϊκά μεταφράζεται στην εγκατάσταση περίπου 6.500 MW φωτοβολταϊκών μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια. Τα σενάρια, πάντως, που εξετάζει το υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής μιλούν για 2.250 - 2.500 MW το 2020.

Κατανάλωση
Αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα η ηλεκτρική κατανάλωση καλύπτεται στην ηπειρωτική χώρα και τα διασυνδεδεμένα νησιά από ισχύ συμβατική και ανανεώσιμη της τάξης των 12.000 MW, εκ των οποίων τα ανανεώσιμα είναι γύρω στα 1.000 MW. Η υπουργός Τίνα Μπιρμπίλη αναμένεται τις επόμενες ημέρες να εκδώσει την απόφαση με την ετήσια κατανομή του πράσινου ενεργειακού μείγματος, πόσο δηλαδή θα συμμετέχει η κάθε ανανεώσιμη τεχνολογία, αιολικά, ηλιακά, υδροηλεκτρικά κ.λπ. στο ενεργειακό μείγμα των ΑΠΕ που θα εγκαθίστανται κάθε χρόνο στη χώρα. Από εκεί θα προέλθει και το πρώτο πλήγμα για τους επίδοξους επενδυτές σε Φ/Β, αφού οι υπεράριθμες αιτήσεις μάλλον θα μείνουν στο ράφι. Στις προτάσεις που έχουν πέσει στο τραπέζι είναι να τεθεί πλαφόν ανά νομό, όσον αφορά στα αγροτικά Φ/Β, να παγώσει η υποδοχή νέων αιτημάτων για κάποιο χρονικό διάστημα κ.λπ.

Η ΔΕΗ που αδυνατεί να εξυπηρετήσει το πλήθος των αιτήσεων που κατατίθεται καθημερινά στο γραφείο της έχει ήδη ενημερώσει ότι θα εξετάζει τα αιτήματα με σειρά προτεραιότητας, ξεκινώντας από αυτά που εκκρεμούν πριν από την εφαρμογή του νέου νόμου, με εξαίρεση τους αγρότες. Και τούτο γιατί ο νόμος 3851/2010 προβλέπει ότι οι αιτήσεις από τους επαγγελματίες αγρότες, ανεξαρτήτως της ημερομηνίας υποβολής τους, θα εξεταστούν κατά προτεραιότητα έναντι των άλλων αιτήσεων για φωτοβολταϊκούς σταθμούς επί εδάφους που υποβλήθηκαν μετά τη θέση σε ισχύ του νέου νόμου.

Από την ΗΜΕΡΗΣΙΑ

« Άρθρα